ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Γενάρχης της οικογένειας Λόντου ήταν ο Γκολφίνος Λόντος από τον Κάλανο, χωριό του Παναχαϊκού. Εκεί, μέχρι πρότινος βρισκόταν και το αρχοντικό – πύργος της οικογένειας. Η πληροφορία που θέλει την οικογένεια Λόντων να ξεκινάει από το Βυζάντιο δεν είναι έγκυρη. Άρα, ο χαρακτηρισμός ότι οι Λονταίοι ανήκαν στους «Βυζαντινούς Στρατολάτες» είναι θρυλούμενη. Ο Γκολφίνος, πλούσιος κτηματίας και προεστός στο χωριό Κάλανος, εγκαταλείπει το Παναχαϊκό και έρχεται να εγκατασταθεί στη Βοστίτσα περί τα μέσα του 18ου αιώνα.
Ο Σωτηράκης Λόντος, εγγονός του Γκολφίνου, ακολουθεί τα πρότυπα της παιδείας της εποχής του, με αξιόλογους δασκάλους και εκμάθηση ξένων γλωσσών. Ο Σωτηράκης αναδεικνύεται η πιο σημαντική πολιτική φυσιογνωμία της τουρκοκρατίας λίγο πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης. Όπως μας πληροφορεί ο κορυφαίος ιστορικός Γιάννης Βλαχογιάννης στο έργο του «Οι κλέφτες του Μοριά», ο Σωτηράκης ίδρυσε πολιτικό μόρφωμα, το «Αχαϊκό Κόμμα». Το οποίο αργότερα μετονομάστηκε «Αρχοντικό Κόμμα». Στη Βοστίτσα ο Σωτηράκης, άνθρωπος με πλατιά γνώση και μεγάλη μόρφωση αναδείχτηκε ως ο πρώτος προεστός, όχι μόνο για τη Βοστίτσα αλλά και για ολόκληρο το Μοριά. Έτσι, ο Βελής, γιός του Αλή Πασά, διορισμένος από τον Σουλτάνο διοικητής της Πελοποννήσου, κάλεσε στην Τρίπολη τον Σωτηράκη, απονέμοντάς του τον τίτλο του Μορογιάννη, δηλαδή πρωθυπουργού, καθώς ήταν ξακουστός λογοθέτης.
Η μακροχρόνια παραμονή του στην Τρίπολη και η επιείκεια που έδειχνε στα προβλήματα των ραγιάδων και το ενδιαφέρον για την επίλυσή τους, έκανε τους Τούρκους καχύποπτους απέναντί του, ιδίως μετά την αποχώρηση του Βελή. Ο Αμβρόσιος Φραντζής, αναφερόμενος στον Σωτηράκη Λόντο, τον χαρακτηρίζει ως τον σημαντικότερο Έλληνα της εποχής του. Τελικά, ο Σωτηράκης Λόντος έπεσε σε δυσμένεια και στο τέλος αποκεφαλίστηκε στην Τρίπολη τον Οκτώβριο του 1812.
Ο Σωτηράκης Λόντος έπεσε θύμα δολοπλοκιών εναντίον του. «Όταν στα 1812 παύτηκε ο Βελή πασάς, προστάτης του Σωτηράκη, και τον διαδέχτηκε ο αιμοβόρος Ιντζέλ – Αχμέτ πασάς, ο Σωτηράκης κατηγορήθηκε από τον μεγαλοκοτζαμπάση των Λαγκαδίων, Ιωάννη Δεληγιάννη, ότι έκλεβε, αυτός ο τόσο έντιμος Μορογιάννης. Και ο «χριστιανομάχος» Ιντζέλ πασάς, πρόθυμος και χωρίς να εξετάσει καθόλου, πρόσταξε να τον αποκεφαλίσουν, τον Οκτώβρη του 1812. Ο τόσο τραγικός θάνατος του πανίσχυρου Σωτηράκη, που διαφέντευε Τούρκους και Ρωμιούς, αναστάτωσε τον Μοριά και κλόνισε συθέμελα το μεγάλο αρχοντικό του», γράφει ο ιστορικός Τάκης Σταματόπουλος.
Μετά το θάνατο του Σωτηράκη, οι Τούρκοι έβαλαν στο μάτι τον πρωτότοκο γιό του, Ανδρέα Λόντο. Γι αυτό και φυγαδεύτηκε στην Κωνσταντινούπολη. Ο Σωτηράκης απέκτησε τρείς γιούς, τον Ανδρέα, τον Αναστάση και τον Λουκά, και μία κόρη, τη Μαρία, την οποία παντρεύτηκε ο Λέων Μεσσηνέζης, νεαρός πάμπλουτος έμπορος από την Κωνσταντινούπολη, όταν ήρθε στη Βοστίτσα να εισπράξει τα χρεωστούμενα «κρέντιτα» από τους διάφορους πλούσιους προύχοντες. Ο Λέων Μεσσηνέζης αποδείχτηκε «θησαυρός» για όλη την οικογένεια Λόντου αλλά και για τον Ανδρέα, καθώς χρηματοδοτούσε συνεχώς τα στρατόπεδά του, ενώ αυτός από αγάπη και ευγένεια έμεινε σχεδόν στην αφάνεια, πλάι στο Λόντο.
Ο Ανδρέας Λόντος (1784 – 1846)
Ο Αναστάσιος Λόντος (1791 – 1856)
Ο Αναστάσιος Λόντος, δευτερότοκος γιός του Σωτηράκη Λόντου, σπούδασε ιατρική στην Παβία της Ιταλίας. Με την έκρηξη όμως της Επανάστασης, έρχεται στην αγωνιζόμενη πατρίδα και θέτει εαυτόν στην υπηρεσία του Αγώνα. Ο Αναστάσης, προικισμένος με ιδιαίτερες αρετές, ευφυίας, γλωσσομάθειας, ευρείας μόρφωσης και πολιτικών δεξιοτήτων, αποτελεί – μαζί με τον αδελφό του Ανδρέα – ό,τι καλύτερο είχε να διαθέσει η Αιγιάλεια στην Επανάσταση. Δεν ασχολήθηκε με τον στρατιωτικό τομέα, αλλά αναμείχθηκε εξαρχής στην πολιτική, εκπροσωπώντας τη Βοστίτσα – Αίγιο σε όλες τις Εθνοσυνελεύσεις. Έγινε και υπουργός Εσωτερικών και Εξωτερικών κατά τη διάρκεια της Βασιλείας του Όθωνα. Το 1846 του έμελλε να θάψει τον νεκρό του αδελφού του, ο οποίος εταλαιπωρείτο επί 20 περίπου ημέρες. Βασικό χαρακτηριστικό του Αναστάση ήταν η νομιμοφροσύνη. «Ζώμεν για να υπάρξει νόμος», έλεγε στον αδελφό του, Ανδρέα.